Σάρρα
Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Αίγυπτο όπου η έμφυλη βία ήταν απόλυτα κανονικοποιημένη, ενδοσυζυγικά σίγουρα αλλά και σαν κοινωνικό φαινόμενο. Η κουλτούρα βιασμού διαπερνά τα πάντα, σε ό,τι πολιτισμό παρήγαγε στον οποίο είχα εγώ πρόσβαση είχε τέτοια χαρακτηριστικά: από τις σειρές που βγάζουνε στο ραμαζάνι για τις teenagers και για τα κορίτσια ή για οικογενειακές σειρές, που συνήθως είναι ένας πατέρας με μία τεράστια οικογένεια όλοι πλούσιοι ή είναι ένας άντρας παντρεμένος με άλλες τέσσερις γυναίκες και δείχνει πώς αυτές οι γυναίκες ζουν μεταξύ τους με μίσος, ανταγωνισμό. Η συγκεκριμένη σειρά σε κάποια στιγμή τις δείχνει ότι τελικά συμφιλιώνονται, αλλά δεν είναι όλη η σειρά έτσι.
Θυμάμαι ότι το πρώτο περιστατικό που είδα με τα μάτια μου ήταν η θεία μου. Η θεία μου είχε δύο παιδιά, και μία νύχτα κάλεσαν την μητέρα μου και της είπαν ότι η αδελφή της έχει γυρίσει σπίτι στο πατρικό της με τα παιδιά, πάρα πολύ άσχημα χτυπημένη. Ο πατέρας μου μού είπε ότι η θεία είχε φύγει χαράματα από το σπίτι, με το νυχτικό. Δεν την έχω δει σε αυτή την κατάσταση με τα μάτια μου αλλά είναι πάρα πολύ ζωντανή η εικόνα της στο κεφάλι μου γιατί είδα όλα τα άλλα, μου ήταν πολύ εύκολο να διαμορφώσω αυτή την εικόνα. Θυμάμαι την επιμονή που είχε η οικογένεια στο ότι κάποια στιγμή καλό θα ήταν να βρούμε έναν τρόπο να διαπραγματευτούμε την επιστροφή της. Ήταν προβληματικό για εκείνους το ότι έφυγε από αυτό το σπίτι γιατί είχε μία κόρη. Η κόρη θα έπρεπε να χρεωθεί μία ζωντοχήρα, τελοσπάντων, μητέρα, που μένει σε ένα σπίτι χωρίς άντρα, πράγμα που σημαίνει ότι η μητέρα της είναι πάρα πολύ φθηνή για την κοινωνία. Εννοώ, δεν φέρει κάποια αξία σαν προσωπικότητα παρότι είναι άτομο που εργάζεται σε εταιρία, κάτι που δεν είναι πολύ σύνηθες στην Αίγυπτο για τις γυναίκες. Για τα χαμηλά στρώματα δεν είναι σύνηθες.
Αυτό ήταν το πρώτο περιστατικό. Δεν θυμάμαι να το αντιμετωπίζει κανένα μέλος της οικογένειας εκτός από την μητέρα μου με όρους επιβίωσης ή στήριξης στην επιζώσα για την επιβίωση της ίδιας. Θυμάμαι ότι οι γονείς μου την στήριξαν πάρα πολύ στο να βρει στέγη και ότι όταν επέστρεψε σταμάτησαν να της μιλάνε.
Το είδα στις ξαδέλφες μου. Μία από αυτές την χειρούργησαν στο σπίτι τρεις-τέσσερις φορές για να αφαιρέσουν την “σατανική” κλειτορίδα της. Το είδα στις ξαδέλφες μου όταν παντρεύτηκαν και δεν είχαν ιδέα τι σημαίνει διείσδυση, το βίωσαν πάρα πολύ βίαια. Είναι ερωτηματικό στο κεφάλι μου αν αυτές οι γυναίκες βίωσαν πρώτη σεξουαλική επαφή βιασμό, δηλαδή δεν μου είναι ξεκάθαρο. Ούτε για εκείνες είναι ξεκάθαρα τα όρια. Ενώ είναι κιόλας, ξέρουν ότι αν ασκηθεί σωματική βία σημαίνει ότι αυτό που συμβαίνει είναι κάτι στο οποίο δεν συναινώ. Δεν ξέρω αν έχουμε αυτή την ευκολία να τα ονοματίζουμε. Γι’ αυτό μ’ αρέσει να ονοματίζω τα περιστατικά έτσι όπως έχουν. Και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο κάποιες φορές με θυμώνει πολύ η διαδικασία με τα trigger warnings όταν συζητάμε ή όταν γράφουμε κάτι. Νιώθω πως έχουμε την τάση να αποστασιοποιούμαστε από τον πόνο που φέρουνε σαν βιώμα. Το βίωμα που φέρει η κάθε λέξη, την ιστορία, την αναπαράσταση.
Έφυγα από την Αίγυπτο στα 18 μου. Όχι, έφυγα στα 17 μου. Ήταν 2013, Σεπτέμβρης. Είχα έρθει στην Ελλάδα νωρίτερα, τον Ιούνιο για να διαβάσω για τις πανελλήνιες. Τότε ήταν η πρώτη φορά στην οποία βρέθηκα σε μία τάξη με κορίτσια που φορούσαν αέρινες φούστες. Θυμάμαι ακόμα την δυσκολία που είχα με τα ραντάκια. Ήθελα να φοράω αυτά τα πολύ λεπτά πλεκτά ζακετάκια, που είναι και λίγο της μόδας στα Εξάρχεια, που τα φοράς, δεν είναι ότι σε ζεσταίνουν. Τώρα δεν μπορώ να διανοηθώ να το φορέσω, θα σκάσω, αλλά το είχα κανονικοποιήσει τόσο πολύ που δεν με πείραζε.
Έχω κάνει skip ένα προσωπικό κεφάλαιο στην Αίγυπτο όπου εγώ ενεπλάκην σε μία σχέση με έναν άνθρωπο πάρα πολύ κακοποιητικό και βίαιο. Δεν υπήρχε δυνατότητα για μένα να μιλήσω για αυτό σε κανέναν. Αυτός ο άνθρωπος είχε εισχωρήσει αρκετά μες στο σπίτι, με αποτέλεσμα να χάνω έδαφος εγώ, γιατί ήταν σαν να έκανε έναν πολύ μεγάλο πόλεμο και τα πρώτα εδάφη που έχανα εγώ ήταν το ίδιο μου το σπίτι. Κατάφερα να φύγω από εκεί και λέω κατάφερα γιατί αυτό που συνέβη στο φροντιστήριο εκείνο το τρίμηνο για να προετοιμαστώ για τις πανελλήνιες ήταν από τα πιο δύσκολα πράγματα που έχω κάνει. Ήταν, ή θα έμενα εκεί με αυτόν στον περίγυρό μου ή θα έφευγα. Τελικά έφυγα.
Και όταν πέρασα στην σχολή μου δεν είχα καμία σχέση με τον φεμινισμό. Θυμάμαι ότι στην εφηβεία μου και στα λυκειακά μου χρόνια πολλοί άνθρωποι με χαρακτήριζαν φεμινίστρια αλλά εγώ δεν είχα καμία εμπλοκή με το κίνημα, ούτε με την ιδεολογία, θεωρία, τίποτα. Είχα γενικά και αόριστα ένα αντανακλαστικό θυμού για ό,τι συνέβαινε. Πολύ όμως ανώριμο. Μάλλον γι’ αυτό ήταν και μόνο θυμός, δηλαδή δεν μπορούσε να εξελιχθεί σε κάτι άλλο. Δεν θα μπορούσε να εξελιχθεί σε κάτι άλλο γιατί δεν υπήρχε και κάποια συλλογικότητα, κάποια ομάδα για να μπορέσει αυτό να ανθίσει με κάποιον τρόπο.
Όταν πολιτικοποιήθηκα στην σχολή πολιτικοποιήθηκα στην εξωκοινοβουλευτική όπου πάσαραν τον φεμινισμό σαν κάτι απέναντι στις αξίες της αριστεράς, κάτι που δεν είναι πρώτο μέλημα του κινήματος να αντιμετωπίσει. Αυτό εμένα με διαπέρασε πάρα πολύ έντονα και τα πρώτα δύο με τρία έτη της σχολής μου το ασπάστηκα. Δεν ξέρω βέβαια αν το ασπάστηκα γιατί το να ασπαστείς κάτι έχει και μια διαδικασία από πίσω, δηλαδή το ψάχνεις. Εγώ δεν το έψαξα, αλλά μου ήταν και πάρα πολύ εχθρική η εικόνα μιας απελευθερωμένης γυναίκας. Με ξένιζε, με έκανε και ένιωθα ανασφάλεια, φόβο, πάρα πολύ φόβο.
Νομίζω ότι είναι λόγω της ιστορίας μου. Από το πού γεννήθηκα, πώς μεγάλωσα, από το ποιος ήταν ο πρώτος πολιτικο-κοινωνικός χώρος στον οποίο ενεπλάκην - μαζί. Μπορεί αν είχα ένα διαφορετικό background να μη με είχε διαπεράσει σε αυτόν τον βαθμό αυτή η αντίληψη για το τι είναι μια φεμινίστρια. Χαρακτηριστικά θυμάμαι για μια συντρόφισσα - την οποία τώρα εγώ την λατρεύω, δηλαδή δεν υπάρχει περίπτωση να μάθω ότι υπάρχει άνθρωπος που την κακολογεί και να μην σηκωθώ να φύγω γιατί δεν το αντέχω - να λέω ότι αυτή είναι… ναι. Έχετε δίκιο, είναι μια φωνακλού που κάνει προβλήματα. Είχα αυτή την εικόνα για εκείνη. Της το είπα μάλιστα. Μετά από μία απομόνωση που πέρασα λόγω κάποιων καταστάσεων, δεν είχα χρόνο να ασχοληθώ ούτε με το κίνημα ούτε με τις διαδικασίες του, τίποτα. Έχασα πάρα πολύ τον κύκλο μου με κάποιον τρόπο, πολύ συνειδητά. Τον έχασα συνειδητά, δεν έκανα την επιλογή να τον χάσω, δηλαδή όταν συνέβαινε το καταλάβαινα ότι έχω απεμπλακεί και ότι αυτό με στιγματίζει και με κάποιον τρόπο, ότι “α ναι, δεν είναι συνεπής η συντρόφισσα” ας πούμε. Μετά γνώρισα κάποιους ανθρώπους που έβλεπαν την προοπτική μέσα από τον φεμινισμό, που μπορούσαν να διακρίνουν την καταπίεση και επειδή σε αυτό το διάστημα εγώ είχα εμπλακεί και με μια καλλιτεχνική ομάδα, μπόρεσα και μίλησα για το βίωμά μου. Αυτά τα δύο σε συνδυασμό με το ότι γνώρισα την συντρόφισσα που ανέφερα πριν έκαναν τον φεμινισμό μία πιο φιλική προς τα εμένα ανάγνωση του κόσμου.
Πήγα στην πρώτη φεμινιστική συλλογικότητα. Θυμάμαι ότι όταν πήγα εκεί ήμουν πάρα πολύ αγχωμένη γιατί με κάποιον τρόπο το κίνημα όλο παντρεύεται, εννοώ οι χώροι είναι κοινοί και συνυπάρχουν, οπότε εγώ φοβόμουν πως φέρω ακόμα την ταμπέλα της μη συνεπούς. Αλλά εντάξει, τελικά δεν λειτούργησε έτσι, ήταν δύσκολο να κοινωνικοποιηθώ εκεί μέσα, και μετά από ένα χρόνο, όχι συστηματικής συμμετοχής αλλά στο μέτρο που εγώ μπορούσα τότε, έφυγα. Το ‘17 ήταν αυτό.
Τότε είχα πιάσει την πρώτη μου δουλειά που ήταν μια γυναικεία ομάδα που παρείχε περίθαλψη στον προσφυγικό πληθυσμό. Η γιατρός ήταν φεμινίστρια και η νοσηλεύτρια… και η νοσηλεύτρια τελεία, δεν ξέρω τι ήταν. Είναι φίλες μου και οι δύο ακόμα, μιλάμε. Αλλά θυμάμαι ότι μέσα σε αυτή την ομάδα εγώ ένιωθα πως έπρεπε να πάρω θέση πάρα πολλές φορές μέσα στην μέρα μου. Και μέσα στην ομάδα, αλλά και στην δουλειά που κάναμε. Όταν γνώρισα κομμάτια του πολιτισμού μου έχοντας φύγει πια από την Αίγυπτο, μου ήταν πολύ πιο εύκολο να εντοπίσω την βιαιότητά τους. Να καταλάβω ότι δεν είναι καμιά ιστορία ένα μεμονωμένο περιστατικό, ότι είναι μια ολόκληρη κουλτούρα που στεγάζει όλα τα περιστατικά έμφυλης βίας. Δεν μπορούσα ακόμα να καταλάβω γιατί συμβαίνει αυτό και αυτό έχει να κάνει και με το τι είδους εμπλοκή υπάρχει στις φεμινιστικές συλλογικότητες. Κατά πόσο αυτές οι ομάδες δίνουν ή δεν δίνουν χώρο για βιωματικό λόγο, αν δημιουργείται ή δεν δημιουργείται η έννοια του ασφαλούς χώρου. Δεν είχα καταφέρει να απαντήσω ακόμα.
Την ιστορία μου την είπα πρώτη φορά στην θεατρική μου ομάδα. Μας ζήτησε ο δάσκαλος να πούμε μία θλιβερή ιστορία. Και δεν ξέρω πώς μου ήρθε εμένα και είπα μία θλιβερή ιστορία, και είπα την δικιά μου. Νομίζω τότε πόνεσε περισσότερο απ’ όλα, τότε ήρθε πάρα πολύ έντονα ξανά ο φόβος, ένιωθα πάρα πολύ μεγάλη έκθεση είχα και μία ντροπή για ό,τι συνέβη. Και αυτό έσπασε όταν μοιράστηκα την ιστορία και όταν αυτή η ιστορία εισακούστηκε από ανθρώπους και σώματα που ξέρουν τον πόνο, που ξέρουν τι είναι η έμφυλη καταπίεση, που ξέρουν τι σημαίνει μη επιλογή για την επιζώσα. Ε, γιατί εγώ δεν τα ήξερα οπότε, φαντάζομαι ότι αν έβγαινα και έλεγα αυτή την ιστορία σε ένα κοινό στην Αίγυπτο, ας πούμε, θα ήταν τραυματικό. Θα ήταν επανατραυματικό. Αλλά υπήρχαν φιλικά αυτιά. Φεμινιστικά αυτιά γύρω μου. Τότε ξεκίνησε αυτή η ιστορία να γίνεται κίνητρο για εμένα, να γνωρίσω τον φεμινισμό. Όταν την είπα. Δεν πέρασα κάποιο στάδιο της ζωής μου που αυτή η ιστορία ήταν μεν κρυμμένη από τον έξω κόσμο, αλλά φανερή σε εμένα στην πραγματικότητα, στην ουσία και στην διάστασή της. Δηλαδή, μέχρι να την πω ήταν ένα περιστατικό, ένα κακό πράγμα που πέρασα αλλά δεν προσπάθησα να το αντιμετωπίσω με κανέναν τρόπο. Γι’ αυτό ήθελα να μπω σε μια φεμινιστική ομάδα.
Σχετικά με το τι θέση κατέχει ο αγώνας αυτός μέσα στην σκέψη και στην καθημερινότητά μου μπορώ να πω με πολύ μεγάλη ασφάλεια ότι όσο προσπαθώ - δεν λέω ότι το κάνω - όσο προσπαθώ να αγωνιστώ για τον φεμινισμό μέσα σε εμένα και έξω από εμένα δεν έχω προσπαθήσει ποτέ σε κάποια άλλη στρατευμένη μου προσπάθεια. Δηλαδή, όταν ήμουν στην αριστερά, υπήρχε μία πολιτική αντίληψη, είχα μία συνειδητότητα, αυτό διαπερνούσε την ημέρα μου οριζόντια, δηλαδή από το με ποιους ανθρώπους ήθελα να εμπλακώ, τι είδους καθημερινότητα θα ήθελα να έχω κ.ο.κ., αλλά δεν μου έδινε την δύναμη που παίρνω από τις αδελφές μου σήμερα όταν ξυπνάω και από την ώρα που θα ξυπνήσω μέχρι την ώρα που θα πέσω για ύπνο. Είναι μια συστηματική προσπάθεια να μην ηττηθεί ο φεμινισμός μέσα μου. Από το πώς θα ξυπνήσω, θα περπατήσω στο μετρό και θα κοιτάξω ότι υπάρχει ένας παραβιαστικός τύπος και θα μπω στο βαγόνι του για να δω αν είμαστε όλες ασφαλείς εκεί, επειδή υπάρχουν κι άλλες, ενώ όταν είμαι μόνη μου νιώθω φόβο.
Όταν τελικά μπήκα στην φεμινιστική συλλογικότητα που έμεινα κιόλας, αυτό που μου έκανε μεγαλύτερη εντύπωση ήταν η ανεκτικότητα που είχαν οι συντρόφισσες στο “δεν μπορώ”. Και αυτό έχει να κάνει με το πώς κι η συγκεκριμένη συλλογικότητα αντιλαμβάνεται την σωματικότητα, πώς κινούνται τα υποκείμενα στην κοινωνία κ.ο.κ.. Δηλαδή δεν υπήρχε κάποιος ρομποτικός ρυθμός, είναι μαραθώνιος δεν είναι “Πάμε να κάνουμε την κινητοποίηση!”, “πρέπει να μοιράσουμε τα κείμενα!” τελεία. Μπορεί να βγει, μπορεί και να μην βγει, οκ. Συνεχίζουμε, δεν τελειώνει σήμερα, δεν τελειώνει αύριο.
Αυτό που εμένα με φόβιζε περισσότερο απ’ όλα στον φεμινισμό, και είναι πάρα πολύ κλισέ αυτό αλλά ήταν αυτή η ελευθερία που παλεύει. Που είναι και προσωπική αλλά είναι και συλλογική, είναι αυτή η ανοιχτότητα που έχει και στις διαδικασίες του και στον λόγο που παράγει, οπότε θέλω πάρα πολύ να καταφέρω να ζήσουμε ελεύθερες. Αυτό μου δίνει πάρα πολύ δύναμη στον δικό μου προσωπικό αγώνα, το ότι θέλω κάποια στιγμή να νιώσω ότι μπορώ να είμαι και εγώ ελεύθερη.
Οι ιστορίες από το φεμινιστικό κίνημα διεθνώς, αλλά και οι ιστορίες των θυμάτων που γνωρίζω λειτουργούν ενδυναμωτικά πάνω μου. Είναι πολύ περίεργη αυτή η συζήτηση γιατί κάθε φορά που αναφερόμαστε σε γυναίκες θύματα που επέζησαν είναι σαν να υποννοούμε πως όσες δεν επέζησαν φταίνε. Γι’ αυτό το λέω με μία διστακτικότητα. Αλλά εγώ παίρνω τρομερή δύναμη από όσες τελικά από τύχη τα κατάφεραν, γιατί υπάρχει και αυτός ο παράγοντας ότι… μπορεί και να τα καταφέρουμε.