Τζόι

⏱ 4'

TW: HarassmentViolence

Άρχισα στο γυμνάσιο να καταλαβαίνω ότι η βία ενάντια στις γυναίκες δεν είναι μόνο σωματική αλλά και συναισθηματική, ψυχολογική, και πνευματική επίσης. Συμβαίνει στους χώρους εργασίας μας, όπως τότε που το αφεντικό σε μία εταιρία εστίασης που δούλευα όταν ήμουν φοιτήτρια, έπιασε και χούφτωσε τον κόλο μου. Συμβαίνει στις σχολές μας, όπως τη φορά όπου ένας συμφοιτητής μου με πίεζε να αποσυρθώ από ένα μάθημα επειδή ήμουν η μόνη γυναίκα και αυτό παρεμπόδιζε το «δέσιμο» που καλλιεργούνταν ανάμεσα στους άντρες. Συμβαίνει στις εκκλησίες, όπως τη φορά που ήμουν στο γυμνάσιο και ένας μεγαλύτερος, παντρεμένος άντρας στην εκκλησία μου μού έλεγε «σ' αγαπώ» όταν δεν κοιτούσε κανείς, και προσπαθούσε να με αγκαλιάζει για πολύ ώρα με κάθε ευκαιρία που έβρισκε. Συμβαίνει και στα σπίτια μας, όπως τη φορά που είδα τον γείτονα να ρίχνει κάτω μία γυναίκα και να την τραβάει μέσα στο σπίτι από τα μαλλιά.
Ως γυναίκες κουβαλάμε διαφορετικές εκδοχές αυτών των ιστοριών στο μυαλό μας, στην καρδιά μας, στα σώματά μας. Και ως συνέπεια, δυσκολευόμαστε να επεξεργαζόμαστε τον φόβο και τη ντροπή που συνοδεύουν αυτές τις εμπειρίες. Μέχρι και σήμερα μου είναι τρομερά δύσκολο να μοιράζομαι τις δικές μου ιστορίες χωρίς να αισθανθώ ότι υποβιβάζω τις ιστορίες άλλων γυναικών που έχουν υποφέρει πολύ περισσότερο από εμένα.

Μεγαλώνοντας έβλεπα όλο και περισσότερο πόσο διάχυτη είναι η βία κατά των γυναικών. Ως μία νέα μητέρα και φοιτήτρια συμβουλευτικής κάνοντας πρακτική σε ένα κέντρο ημέρας για έφηβες που είχαν μείνει έγκυες, είδα από κοντά την ευαλλωτότητα, την κακοποίηση, την αμέλεια, τον ευτελισμό, την ενοχοποίηση, την οικονομική ανέχεια, και το στίγμα που φορτώνουμε σε άτομα στην κοινωνία μας μόνο και μόνο επειδή είναι θηλυκά. Και η μέση ηλικία δεν έφερε καμία βελτίωση σ' αυτή την εικόνα. Την ξανά ένιωσα την ημέρα που η κόρη μου γύρισε σπίτι και μου είπε ότι ένα αγόρι στο λεωφορεία της είχε πει να «σταματήσει να διαβάζει και να πάει σπίτι να του φτιάξει ένα σάντουιτς». Την ένιωσα πάλι όταν ένας σαραντάχρονος ακολούθησε την άλλη μου έφηβη κόρη σε όλο το κέντρο της Αθήνα για ένα τέταρτο απαιτώντας να του δώσει τον αριθμός της και να πάει κάπου μαζί του. Την ένιωσα κάνοντας εθελοντισμό στη συνοικία με οίκους ανοχής, όταν ένας νταβατζής πήγε να με σπρώξει από τα σκαλιά επειδή μιλούσα με ένα ανήλικο κορίτσι που εκείνος εξέδιδε. Τα τελευταία δέκα χρόνια, η δουλειά μου στον τομέα της ψυχικής υγείας με έφερε σε επαφή με γυναίκες από όλο τον κόσμο, και πλέον έχω στο μυαλό μου περισσότερες ιστορίες βίας ενάντια σε γυναίκες από ότι θα μπορούσα ποτέ να μοιραστώ.

Η ορατότητα είναι σημαντική, και οι ιστορίες (όταν η βούληση και η αξιοπρέπεια του υποκειμένου σέβονται) είναι κρίσιμες, αλλά χρειαζόμαστε και κάτι ακόμα. Για μένα δεν αρκεί να είμαστε ενημερωμένοι. Θέλω να είμαι πάντα έτοιμη να χρησιμοποιώ ό,τι αγαθά και επιρροή έχω για να αντιμετωπίσω την έμφυλη βία με αγάπη και ελπίδα και με στόχο να υπάρχουν συνέπειες για τους θύτες και προστασία για τα ευάλλωτα υποκείμενα. Είναι ένας δύσκολος αγώνας. Απαιτεί θυσίες, ξεκινώντας με την απλή κίνηση του να μην γυρνάμε από την άλλη, να θυσιάσουμε δηλαδή τη δική μας ηρεμία για να σταθούμε, έστω για λίγο, μαζί με άλλους που ζούνε μέσα στον τρόπο. Όταν παλεύω έτσι, ακόμα και με ατελή τρόπο, νιώθω ότι αντιστέκομαι στην απανθρωποίηση των γυναικών.